Η ποιότητα του ελαιόλαδου φαίνεται με την όσφρηση και τη γεύση και όχι με το χρώμα, όπως εσφαλμένα πιστεύουν οι περισσότεροι.
Για αυτή τη διαδικασία χρησιμοποιείται ένα ειδικό μπλε γυάλινο ποτήρι. Καλύπτουμε την κορυφή του ποτηριού και το ανακινούμε, ώστε να απελευθερώσει τα αρώματά του. Στη συνέχεια χρησιμοποιούμε την όσφρησή μας για να εξετάσουμε το άρωμα και τον τόνο της έντασής του. Παίρνουμε μια μικρή γουλιά ελαιόλαδου εισπνέοντας παράλληλα αέρα. Έτσι, τα μόρια του εξαπλώνονται σε όλο μας το στόμα. Το αφήνουμε να εξαπλωθεί σε όλη μας τη γλώσσα και τον ουρανίσκο και στη συνέχεια το καταπίνουμε.
Το καλής ποιότητας εξαιρετικό ελαιόλαδο αφήνει μια πικράδα στο στόμα και μια απαλή αίσθηση πικάντικου καψίματος στο λαιμό, που οφείλονται στην ελαιοκανθάλη, μια ισχυρή αντιφλεγμονώδη ουσία του ελαιόλαδου.
Τέλος, τα αρώματα ενός καλού ελαιόλαδου παραπέμπουν σε φρέσκια ελιά και σε αρώματα χορταριού και φύλλων, αρώματα της φύσης που περικλείονται στον χυμό της ελιάς.
Ποιές είναι οι κατηγορίες του παρθένου ελαιόλαδου;
~ Εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο: έχει ευχάριστη γεύση, πικάντικη και οσμή φρούτου άγουρης ελιάς. Η οξύτητα του είναι ≤ 0,8%.
~ Παρθένο ελαιόλαδο: έχει ελαφριά γεύση και οσμή φρούτου και φέρει κάποιο εμφανές γευστικό ελάττωμα. Η οξύτητα του είναι ≤ 2,0%.
~ Μειονεκτικό παρθένο ελαιόλαδο: έχει πολύ δυσάρεστη γεύση, με οξύτητα ≥ 2,0% και κατά κανόνα από μόνο του δεν είναι βρώσιμο.
~ Εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο: έχει ευχάριστη γεύση, πικάντικη και οσμή φρούτου άγουρης ελιάς. Η οξύτητα του είναι ≤ 0,8%.
~ Παρθένο ελαιόλαδο: έχει ελαφριά γεύση και οσμή φρούτου και φέρει κάποιο εμφανές γευστικό ελάττωμα. Η οξύτητα του είναι ≤ 2,0%.
~ Μειονεκτικό παρθένο ελαιόλαδο: έχει πολύ δυσάρεστη γεύση, με οξύτητα ≥ 2,0% και κατά κανόνα από μόνο του δεν είναι βρώσιμο.
Ισχύει ότι το πικρό λάδι μπορεί, παρ’ όλα αυτά, να είναι καλό;
Η πίκρα του λαδιού, ανάλογα με την ένταση, μπορεί να είναι ευχάριστη ή όχι – πάντως, σε καμία περίπτωση δεν θεωρείται ελάττωμα, αλλά προτέρημα.
Άλλα προτερήματα του λαδιού – πολύ σημαντικά, γιατί η βιολογική αξία του λαδιού είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την καλή γεύση και την οσμή του – είναι τα αρώματά του, που μπορεί να είναι φρουτώδη ή να θυμίζουν χαμομήλι ή μαντζουράνα, καθώς και ένα άλλο χαρακτηριστικό που έχει να κάνει με τη γεύση, το πικάντικο.
Η πίκρα του λαδιού, ανάλογα με την ένταση, μπορεί να είναι ευχάριστη ή όχι – πάντως, σε καμία περίπτωση δεν θεωρείται ελάττωμα, αλλά προτέρημα.
Άλλα προτερήματα του λαδιού – πολύ σημαντικά, γιατί η βιολογική αξία του λαδιού είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την καλή γεύση και την οσμή του – είναι τα αρώματά του, που μπορεί να είναι φρουτώδη ή να θυμίζουν χαμομήλι ή μαντζουράνα, καθώς και ένα άλλο χαρακτηριστικό που έχει να κάνει με τη γεύση, το πικάντικο.
Πρόκειται για μια έντονη αίσθηση, χαρακτηριστική των ελληνικών λαδιών που παράγονται στην αρχή της ελαιοκομικής περιόδου, κυρίως από ελιές που είναι ακόμα ανώριμες.
Απλώνεται σε ολόκληρη την στοματική κοιλότητα και εξαλείφεται λίγα δευτερόλεπτα μετά τη δοκιμή. Αυτό που πρέπει να προσέχουμε είναι να μη συγχέουμε αυτήν την αίσθηση με εκείνη του ταγγισμένου (πολυκαιρισμένου) λαδιού, όπου εκεί η αίσθηση είναι πάρα πολύ ενοχλητική και διατηρείται για πολύ περισσότερο χρόνο.
0 comments
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλώ, τα σχόλιά σας να μην περιέχουν βωμολοχίες, να μην είναι γραμμένα σε greeklish και με κεφαλαία γράμματα και να μην περιέχουν οποιοδήποτε διαφημιστικό περιεχόμενο. Σε διαφορετική περίπτωση δε θα δημοσιεύονται. Για οποιαδήποτε απορία ανατρέξτε στους όρους χρήσης του ιστολογίου.