Η ελληνική γλώσσα είναι πολύμορφη. Λέξεις με οριακή διαφοροποίηση, όμως, οδηγούν και σε διαφορετικά νοήματα.
Αβιταμίνωση – αποβιταμίνωση
Αβιταμίνωση = έλλειψη βιταμινών
Αποβιταμίνωση= αφαίρεση βιταμινών
Άγρια – αγρίως
Αποβιταμίνωση= αφαίρεση βιταμινών
Άγρια – αγρίως
Άγρια = με αγριότητα, σκληρά
Αγρίως = έντονα, διαρκώς, ασύστολα
Αδιάκριτα – αδιακρίτως
Αγρίως = έντονα, διαρκώς, ασύστολα
Αδιάκριτα – αδιακρίτως
Αδιάκριτα = χωρίς διακριτικότητα, χωρίς ευγένεια
Αδιακρίτως = χωρίς διάκριση, χωρίς εξαίρεση, ανεξαρτήτως
Αδιάφορα – αδιαφόρως
Αδιάφορα = με αδιαφορία
Αδιαφόρως = χωρίς διαφοροποίηση, χωρίς διάκριση, ασχέτως, ανεξαιρέτως
Άδικα – αδίκως
Αδιαφόρως = χωρίς διαφοροποίηση, χωρίς διάκριση, ασχέτως, ανεξαιρέτως
Άδικα – αδίκως
Άδικα = με άδικο τρόπο, με μη νόμιμο ή με μη ηθικό τρόπο
Αδίκως = μάταια, χωρίς λόγο
Αίτημα – αίτηση
Αίτημα = αξίωση, επιθυμία, το αντικείμενο της αίτησης
Αίτηση = γραπτή παράκληση, υποβολή γραπτού αιτήματος
Αιτία, αίτιο – αφορμή
Αιτία, αίτιο = η βαθύτερη ανάγκη ή ο λόγος που προκαλεί κάτι
Αφορμή = η επιφανειακή αιτία που προκαλεί κάτι, η πρόφαση, η ευκαιρία
Αιτιολογώ – δικαιολογώ
Αιτιολογώ = εξηγώ, επιχειρηματολογώ, τεκμηριώνω
Δικαιολογώ = προβάλλω δικαιολογίες, υπερασπίζω
Ακριβά – ακριβώς
Ακριβά = με (σε) υψηλή τιμή, με (σε) υψηλή αξία
Ακριβώς = με ακρίβεια, με ορθό τρόπο, προσεκτικά
Άμεσα – αμέσως
Άμεσα = απευθείας, χωρίς μεσολάβηση άλλου
Αμέσως = χωρίς καθυστέρηση, ευθύς, ακαριαία
Αναστηλώνω – αναστυλώνω
Αναστηλώνω = αποκαθιστώ την αρχική μορφή οικήματος ή μνημείου
Αναστυλώνω = στηρίζω με στύλους, υποστυλώνω
Ανταγωνισμός – συναγωνισμός
Ανταγωνισμός = αγώνας για επικράτηση, αντιπαλότητα, σύγκρουση, διαμάχη
Συναγωνισμός = αγώνας για επικράτηση χωρίς συγκρούσεις και διαμάχες
Απλά – απλώς
Απλά = με απλότητα, με απλό τρόπο
Απλώς = μόνο
Από μέρους – εκ μέρους
Από μέρους μου = από την πλευρά μου, όσο με αφορά
Εκ μέρους μου = με εντολή μου
Απόφανση – απόφαση
Απόφανση = συμβουλευτική κρίση, έκφραση, γνώμη
Απόφαση = τελική γνώμη
Αχρησία – αχρηστία
Αχρησία = η μη χρησιμοποίηση
Αχρηστία = η μη χρησιμότητα
Βιώνω – ζω
Αχρηστία = η μη χρησιμότητα
Βιώνω – ζω
Βιώνω = ζω κάτι έντονα και συνειδητά
Ζω = περνώ τη ζωή μου
Διαβόητος – διάσημος
Διαβόητος = κακόφημος
Διάσημος =περίφημος
Εκμίσθωση – μίσθωση
Εκμίσθωση = το νοίκιασμα σε κάποιον
Μίσθωση = το νοίκιασμα από κάποιον
Έκτακτα – εκτάκτως
Έκτακτα = θαυμάσια, εξαιρετικά
Εκτάκτως = εκτός προγράμματος, κατ’ εξαίρεση, ξαφνικά
Ευθέως – ευθύς
Ευθέως = με ευθύτητα, ξεκάθαρα, χωρίς υπεκφυγές
Ευθύς = αμέσως, χωρίς αναβολή ή καθυστέρηση
Ευχάριστα – ευχαρίστως
Ευχάριστα = κατά τρόπο που προκαλεί ευχαρίστηση, ωραία
Ευχαρίστως = με ευχαρίστηση, με προθυμία, με χαρά
Ιδιαίτερα – ιδιαιτέρως
Ιδιαίτερα = κυρίως, κατ’ εξοχήν
Ιδιαιτέρως = ξεχωριστά, κατ’ ιδίαν, χωρίς την παρουσία άλλων
Καταρχάς, κατ’ αρχάς – καταρχήν, κατ’ αρχήν
Καταρχάς, κατ’ αρχάς = αρχικά, πρώτα- πρώτα
Καταρχήν, κατ’ αρχήν = στα βασικά σημεία
Κόμη – κώμη
Κόμη = τα μαλλιά
Κώμη = το μικρό χωριό
Κυκλοφοριακός – κυκλοφορικός
Κυκλοφοριακός = ο σχετιζόμενος με την κυκλοφορία πεζών κι οχημάτων
Κυκλοφορικός = ο σχετιζόμενος με την κυκλοφορία του αίματος
Ουσιωδώς – ουσιαστικά
Ουσιωδώς = κατά πολύ, σε σημαντικό βαθμό
Ουσιαστικά = στην ουσία, στην πραγματικότητα
Περισσός – περιττός
Περισσός = άφθονος, πλούσιος
Περιττός = άχρηστος, ανώφελος
Πλειονότητα – πλειοψηφία
Πλειονότητα = το μεγαλύτερο από το μισό μέρος ενός συνόλου
Πλειοψηφία = το μεγαλύτερο από το μισό μέρος ενός συνόλου των ψήφων ή των ψηφοφόρων
Πρότυπο – πρωτότυπο
Πρότυπο = το υπόδειγμα, το παράδειγμα
Πρωτότυπο = αυτό που εμφανίζεται για πρώτη φορά χωρίς να μιμείται κάτι άλλο, το ασυνήθιστο
Πρώην – τέως
Πρώην = παλαιότερα, στο παρελθόν
Τέως = ακριβώς προηγουμένως, έως πριν από λίγο
Ρίμα – ρήμα
Ρίμα = ομοιοκαταληξία, λαϊκό δίστιχο
Ρήμα = λέξη, μέρος του λόγου
Σατιρικός – σάτυρος
Σατιρικός = σκωπτικός
Σάτυρος = άνθρωπος λάγνος, ακόλαστος
Σεισμογενής – σεισμογόνος
Σεισμογενής = αυτός που προέρχεται από σεισμό ή που παθαίνει σεισμό
Σεισμογόνος = αυτός που γεννά σεισμούς
Συμβαίνοντα – τεκταινόμενα
Συμβαίνοντα = όσα γίνονται τυχαία
Τεκταινόμενα = όσα γίνονται με μεθόδευση
Συνίσταται – συνιστάται
Συνίσταται = αποτελείται, έχει ως συστατικά
Συνιστάται = γίνεται σύσταση, δίνεται συμβουλή
Τέλεια – τελείως
Τέλεια = εξαιρετικά, θαυμάσια, πολύ ωραία, έξοχα
Τελείως = εντελώς
Τεχνητός – τεχνικός
Τεχνητός = ο μη φυσικός, ο κατασκευασμένος
Τεχνικός = ο σχετικός με την τέχνη και την άσκησή της
Τραπεζικός – τραπεζιτικός
Τραπεζικός = ο σχετικός με την τράπεζα
Τραπεζιτικός = ο σχετικός με τους τραπεζίτες
Φύλλο – φύλο
Φύλλο = όργανο αναπνοής των φυτών
Φύλο = το γένος των ανθρώπων ή των ζώων
Χιλιετηρίδα – χιλιετία
Χιλιετηρίδα = η χιλιοστή επέτειος
Χιλιετία = η περίοδος χιλίων ετών
Ψευδαίσθηση – παραίσθηση
Ψευδαίσθηση = η ψευδής αίσθηση ότι κάτι είναι πραγματικό, ενώ δεν υπάρχει πραγματικά
Παραίσθηση = η παρερμηνεία εξωτερικών ερεθισμάτων
Πηγή: koutrozi.gr
0 comments
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλώ, τα σχόλιά σας να μην περιέχουν βωμολοχίες, να μην είναι γραμμένα σε greeklish και με κεφαλαία γράμματα και να μην περιέχουν οποιοδήποτε διαφημιστικό περιεχόμενο. Σε διαφορετική περίπτωση δε θα δημοσιεύονται. Για οποιαδήποτε απορία ανατρέξτε στους όρους χρήσης του ιστολογίου.